Σάββατο 28 Μαΐου 2011

Τραουνού


Η ώρα είναι 8.30 το πρωί. Βρίσκομαι καθισμένος στο πρώτο τραπεζάκι της καντίνας του Τραουνού!
Πέρασα για να δω το «καλύβι μου» και κοντοστάθηκα για καφέ στο Σαββί!
Είναι ένα όμορφο και  ήσυχο πρωινό!
Οι μυρωδιές των μακρινών αγρών μπερδεύονται με την αρμυρή αύρα!
Ο ουρανός είναι σκεπασμένος με αναποφάσιστους σχηματισμούς σύννεφων! Λες και ψάχνουν ποιο θα βρέξουν ή για να πούμε όπως  παλιά  «εκατούρησεμ μας ο ήλιος!»
Δεν κουνιέται φύλλο! Μόνο κάτι ξεχασμένες άκοπες μακριές λωρίδες της ψάθας οροφής μαρτυρούν ότι υπάρχει κι ο αέρας!
Η θάλασσα σαν να δέχτηκε επίθεση ελαιοκηλίδας  και σχηματίζει ασημένιες στράτες!
Τα απόνερα του πρωινού ψαρά αργούν να σβήσουν και φαντάζουν  φάλαινες που ταξιδεύουν!
Προς τη μεριά της Παναγιάς « Κυράς» ένα ιστιοφόρο ακίνητο προσφέρει ύπνον ελαφρύ στους τολμηρούς εξερευνητές των ροδίτικων κόρφων!
………………..




Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

Ωραία Χρόνια

Είχαμε πολλά κέφια εκείνη την ημέρα! ..........
Είπαμε να παίξουμε λίγο με τις λέξεις της καλυθενής εκφραστικής και καταλήξαμε, νομίζω,  σ’ ένα όμορφο ζωγραφικό πίνακα!
Δυσκολεύτηκα λιγάκι, χρησιμοποιώντας λέξεις  που δεν ταιριάζουν σ’ ένα μεγαλύτερο, όπως το (ρε) και το (πρε)!  Κρίνοντας από το αποτέλεσμα, άξιζε η δοκιμασία!  Ο Μιχάλης με συγχωρεί, συγχωρέστε με και σεις.  « Εκάμαμέν τα δα και μάξους!*»
Πηγαίος και ειλικρινής εκφράζει με χειμαρρώδη ροή τα πιο …..γλυκά κομμάτια των  παιδικών του αναμνήσεων!
Πάμε στο παλιό Σαουράκι με τ’ αμπέλια και τα κηπευτικά!  Στην απεραντοσύνη του Φαληρακιώτικου κάμπου, του Παχύναμμου με τα πέντε σπίτια, τους διμηνίτες,  τ’ άκουννα και τα ραζακκιά!  Στο λιμανάκι του Βορινού με τις τρεις ψαρόβαρκες..... Ακούμε να παινεύει τα προϊόντα του!  Μαθαίνουμε  για τον τολμηρό τετράχρονο κολυμβητή........ Και πολλά άλλα……


Είναι από τις πρώτες μου λήψεις και το μηχάνημα τρεμοπαίζει ..λιγάκι.  Όμως εστιάζει σε σημεία χαρακτηριστικά ….ζωντανεύοντας  κάτι από το παρελθόν!



Έτσι μεγαλώσαμε και μεις Μιχάλη….με λίγα χρόνια διαφορά!
 Ευχαριστούμε!

μάξους = επίτηδες





Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Το Κακόρεχτο

Ένας  συνταξιούχος  προχωρημένης ηλικίας,  κάθονταν σε σύγχρονο καφέ. Είχε το μπουφάν ασφαλισμένο  μέχρι το σαγόνι!
 Πρέπει να ήταν δέκα η ώρα το πρωί. Οι πελάτες μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Η κίνηση στο δρόμο λιγοστή. Μια όμορφη ηλιόλουστη μέρα που  την απολάμβανες! Μέσα του Μάρτη, με ελαφρό βοριαδάκι, που σε κρατούσε καθηλωμένο στην καρέκλα, με τον  ήλιο θερμοφόρα!
Μόλις είχε παραγγείλει τον καφέ της ημέρας, ένα σκέτο ελληνικό και με εξεταστικό βλέμμα παρατηρούσε γύρω του!
 Με κίνησε την περιέργεια .....και πρόσεχα να μη χάσω καμιά του κίνηση. Κάτι είχα υποψιαστεί, κάτι ……παραπλήσιο σκέφτηκα απ’ αυτό που έγινε!
Μόλις σιγουρεύτηκε ότι κανείς δεν τον πρόσεχε,…… εκτός από μένα….. που χρησιμοποίησα τέχνασμα…,( Ανοιγόκλεινα το φερμουάρ της τσάντας σαν να έψαχνα κάτι…)  άνοιξε νευρικά ένα παλιό δερμάτινο πορτοφολάκι και …μέτρησε τα  κέρματά του! Το έκλεισε γρήγορα- γρήγορα…. ησύχασε… και ήπιε την πρώτη ρουφηξιά! 
Τότε  πλησίασε  και κάθισε στο τραπέζι του ένας άλλος συνταξιούχος, προφανώς με καλύτερες …αποδοχές, ….γιατί παράγγειλε τοστ και χυμό!
Με τα πρώτα καλωσορίσματα και το « τι κάνεις ….» έρχεται το τοστ ξεροψημένο και λαχταριστό! Ο δεύτερος, γιατί κάτι ήξερε ή λόγω του ψυχισμού του,  το μοίρασε και του το πρόσφερε!
Ευχαρίστησε ευγενέστατα και ετοιμάζονταν για την πρώτη μπουκιά!  Με το στόμα ανοιχτό σχεδόν, ακούει το παραπονεμένο νιαούρισμα! Σταματά και βλέπει μια γάτα στα πόδια του τραπεζιού  να τον παρατηρεί με ικετευτικό βλέμμα! Χωρίς  δεύτερη σκέψη, κόβει το μισό και της το πετά!
Θα περιμένετε ν’ ακούσετε ότι το …απόλαυσε! ……
Ίσα- ίσα που το μυρίστηκε και συνέχισε πιο….. επίμονα το νιαούρισμα!
Αγανακτισμένος…. σηκώνει τις παλάμες και της ρίχνει ….δέκα φάσκελα φωνάζοντας:
 «Ννααα.......ξελεμματικό…. είσαι και κακόρεχτο!»

Θέλετε να μάθετε τι έγινε; 
Το τοστ πήγε…. αμόντου*, γιατί στο διπλανό τραπέζι μύριζαν τα ψάρια, που είχε αγοράσει τρίτος συνταξιούχος!

αμόντου = άδικα



Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Άμμαχα πιο

Ξεκίνησε να γράφεται στο καφενείο του χωριού, μετά από ένα πείραγμα  και ολοκληρώθηκε στο Λαδικό παρέα με το Μανώλη!
Ένα ελαφρύ  ροδίτικο ιδιωματικό που ελπίζω να σας αρέσει!


Νάντος ο Σάββας έρgεται. Θώρκιε* τώρα που α τομ πειράξω!
-Καλημέρα, Σαββί!
-Καλημέρα, Αντρεϊ!
-Εμήνυσέσ σε τίποτα η συντέκνισσα;
- Άμμαχα πιο!  Τσα που με γλέπει, να κωλοσύρνουμαι ο καμένος, εμ με κοντέβκει! Ελαμούρdωσά* τα ένασ  σεφέριν* και φοάται με!  Επήα α πιάσω το χέριν της κι έκαμέμ με το τσιτσοπανάϋρο!* Επέταξεν τηφ φορτωτήραν της και κόμα πονώ τα παϊδκια* μου!  Είπεμ με ότι ζέννουν* τα πογδύμια μου κι έβαλα την νουράν* στα σκέλκια!  Βλέπω την και ποϋρίζω!  Εβώ ο κακόμος* επάαιννα α τημ πω κουρέττα που γινήκασιν στου Τσίτση κι εφτή εκαππέλλdωσσέμ με την!

άμμαχα = άμαχα, αμαχητί, τίποτα
θώρκιε = βλέπε
ελαμούρdωσα = λέρωσα, μπέρδεψα
σεφέρι(ν) = φορά
τσίτσος = γυμνός
 παϊδκια = πλευρά
 ζέννουν = μυρίζουν
πογδύμια = άπλυτα
 κακόμος = κακόμοιρος
κουρέττα = κουτσομπολιά
νουράν = ουρά

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Τ' Όνειρο

Χθες έζησα ένα άτυπο «χαιρέτιο», μια χαρούμενη ομήγυρη από νέα παιδιά, οικογενειάρχες, γνήσιους απόγονους των ανθρώπων της λαϊκής σοφίας και της αδελφότητας Καλυθιών! Των ανθρώπων πρότυπο στη σκέψη μου, κάθε φορά που πληκτρολογώ ροδίτικη ιδιωματική!
Κάθισα μαζί τους με κάποιο δισταγμό, στην αρχή  μπορώ να πω. Κάτι σαν ευγένεια. Και για να μην παρεξηγηθώ, τώρα που τα γράφω, σεβασμό, παρόλη τη διαφορά της ηλικίας μας, στην ατμόσφαιρα που επικρατούσε!
Θυμήθηκα τα όμορφα συναισθήματα που νιώθαμε, όταν παραχωρούσαμε τη θέση μας σε ηλικιωμένους , τότε στο λεωφορείο της γραμμής Καλυθιές-Βενετόκλειο! Πριν καλά-καλά ολοκληρώσει το ανέβασμα της σκάλας εισόδου, το ηλικιωμένο άτομο ή με ειδικές ανάγκες , όλη η παρέα σηκωνόταν, αγόρια κορίτσια!

Ήταν νέα  παιδιά, περίπου 30 χρονών, πατέρες και μάνες και μοιράζονταν όμορφες στιγμές, γύρω από ένα γιορταστικό τραπέζι διασκέδασης και να το πω σύγχρονα, χαλάρωσης και ανταλλαγής ιδεών!
Τα παιδιά τους, δισέγγονα, μπορεί και τρισέγγονα των προτύπων μας, μαζεμένα, λιγάκι περιορισμένα στην αυλή, γύρω από ένα μηχανοκίνητο νέου τύπου, έπαιζαν και αντάλλαζαν πειράγματα!
Τονίζω τον περιορισμένο χώρο και αναθυμούμαι τη δικιά μας ελευθερία σ’ όλα τα σοκάκια του χωριού, μέχρι αργά το βράδυ!
Όταν περπατώ τις γωνιές που μεγάλωσα , στις Καμαρίτσες  και δεν βλέπω Καλυθενάκια, « συντρώουμαι!»  Όμως ο  ταξιδιάρης νους με προσγειώνει.  Κι  εμείς δεν ζήσαμε τη μετανάστευση αναζητώντας  τον πλούσιο παράδεισο τη δεκαετία 1960-1970;
Επαναφέρω στη μνήμη τις δύσκολες στιγμές του αποχωρισμού στο ξεροβόρι του λιμανιού  και της ψυχής μας!
 Οι γείτονες, οι φίλοι, οι συγγενείς «εξάφηναν τις δουλgειές τους, εφορούσαν τα καλά τους κι επααίννασιν στο λιμάνι» ν' αποχαιρετίσουν τους δικούς τους ανθρώπους!
Άνθρωποι που το μόνο ταξίδι που ήξεραν ήταν το Καλυθιές- Χώρα, πώς να χωρέσουν στο μυαλό τους τριάντα και σαράντα ημερών θαλασσοτάξιδο σ’ άγνωστες θάλασσες κι ωκεανούς;
Μόνο όσοι έζησαν τέτοιες καταστάσεις, μπορούν να καταλάβουν το απόλυτο κενό, το παγωμένο χαμόγελο και το φόβο για το άγνωστο του υποψήφιου μετανάστη την ώρα που αγκαλιάζει κι αποχαιρετά!
Άκουσα και για νεαρά άτομα νέους και νέες που έφυγαν για την Αυστραλία μόνοι και μόνες στο παράτολμο εγχείρημα για τα δεδομένα της εποχής του 1960!
 Έμαθα για τη  ΔΕΜΕ, σημερινό ΔΟΜ (Διεθνής  Οργανισμός Μεταναστών) που …..φρόντιζε τις μετακινήσεις πληθυσμών, σε χώρες που χρειάζονταν εργατικό δυναμικό.


Ευχαριστώ το Φώτη και το Βάγιο για την ευγενική παραχώρηση της φωτογραφίας! Είναι η ώρα ξενιτεμού του πατέρα Δημήτρη και του παππού Φώτη!






..... διαβάζετε και την ιστοσελίδα " Καμαρίτσες"....για πιο ελεύθερη έκφραση

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Παιζίμιν (4)

Στον πίνακα που ακολουθεί, υπάρχουν  εφτά λέξεις που μας έρχονται από την αρχαία ελληνική γλώσσα.
«Άτε να δούμεμ πόσα αππίδκια χωρά ο σάκκος  μας!»
Προσπαθούμε να τις εντοπίσουμε !
(Υπάρχει περίπτωση να κάνω λάθος και να είναι περισσότερες!)


άθθος    το

πιμπάλω

τράτος    το
μουϊζω

ποτάσσω

άτσα       η
κκέλης    ο

θήμισος    ο

ρεμόνι    το
μαϊδκιά  τα

νεμμώ

γάρνης    ο
καρσί

πιστιά       η

τταμακκιάρης
μάλι      το

μουϊζει

ψευτοφυλλdάς
καράζι    το

καθερνώ

φουσκί    το



Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Νυχτοκάοι

Ο εξαίρετος φίλος και συγχωριανός Αργύρης, προσφέρει στο "σεντούκι λαϊκής σοφίας" ένα απόσπασμα από το πεζογράφημα του "Πέτρες και Σκόνη",γραμμένο στη ροδίτικη ιδιωματική!
Συγκινεί η προσφορά του και τον ευχαριστούμε.
 Απολαύστε το!

Μια χρονιάν, όνταν εκλείσασι τα σκολεία ,εμμαεψέμας ο Αρχηγός ,και λέει μας ότι α πάμεν
''στα σκηνάκια'' στον Αηγιάννη για μιά βδομά. Λέει μας α τοιμάσουμεν τα προσκοπικά μας ρούχα, α τα πούμεν
στις μάνες μας,στο φφέντη μας και στις μάμμες μας και που το πρωίν α φύουμεν.

Εν έλλεεν να ξημερώσει! Μόλις εχάραξεν,επετάχτηκα πάνω,έρπαξα το σακκούλλι με τα τζένια μου και κόφτω στην πλατέα.
Εθάρριουν οτι θα πάεννα πρώτος αλλά έλασου...Καμμιάν δεκαριάν ελαμένανμε που την αυγκή... Νυχτοκάοι..

Εφέρασι κι έναν γάαρο να φορτώσουμε τα βαργιά καταπαλίκια.Τσούκες,ταβάες,μπουράκια,πατανίες...

Μπρός ο γάαρος, που πίσω εμείς με τα πόδκια , φορτωμένοι εκινήσαμεν για το μοναστήριν.
Ειχαμεν και κανα-δκυό μιτσά μαζι μας. (Εγκολλούσαν τους αρφούς τους).  Τα έρημα, κόμα εν ήταν να φτάξουμε
στην Φράγγα και ερκέψασιν τα κλάματα...Εθέλασι να κάτσουν στον κόλο του γαάρου,αλλά εν τα άφηνεν ο Αρχηγός.

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

Ο Μας (Μάης)

Είπα να ξεκινήσω με κάτι λουλουδιαστό, « όπως το καλεί η μέρα σήμερα» και πάλι μ’ έπνιξε η αρμύρα!
Το στρίβω από δω, το στρίβω από κει και να το πάλι μπροστά μου.
«Αθ θέλεις του σκάρου το σκατό, τομ Μάη κατέβα στογ γιαλό!»
Δεν ξέρω πώς το δεχτήκατε διαβάζοντας το! Σκατό λέγαμε το έντερο.
Όμως η σκέψη του γράφοντος βρίσκεται κάπου μεταξύ Κατέργου-Πλάκας-Καθαράς-Λαϊκού-Μάντρας-Περιστερώνα-Αλυκής και σπηλιές Τραουνού!
Σαράντα και κάτι χρόνια πριν, όταν με το φίλο Γιώργη, ακολουθώντας τους μεγάλους  ψαράδες, φτάναμε στη Μάντρα και τον Άγιο.
Τους βλέπαμε να κουβαλούν μακριά καλάμια του ποταμού, «ακνίες σε κούφιο καλάμι, ζωντανούς καούρους σε κουβαϊ», κύρτους, σιδερένια καμάκια στερεωμένα σε μακριά «σάππια», άψητο χταπόδι και το απαραίτητο « γυαλί».
Τα δικά μας σύνεργα ήταν κάτι μικρά  ψαροντουφεκάκια –σαΐτες, με αδύναμα λάστιχα και κάτι χοντρές τρίαινες.
Ελπίζω με την παράθεση των εργαλείων να σχηματίσατε τις  ψαρικές εικόνες. Μιλώ για τους γνώστες του αντικειμένου, γιατί οι στεριανοί χρειάζονται σελίδες και σελίδες!
Πρώτο μέλημα  λοιπόν η ανεύρεση σκαρολάχανου για τους κύρτους και η πόντιση τους.
Δεύτερο………το δέσιμο σκαρολάχανου ή φασολιάς σε μάτσο με πέτρα για το βύθισμα!
Πάνω τους έπεφταν οι «λιμασμένοι» σκάροι και ακολουθούσε το ψάρεμα με δόλωμα «ακνία».
Ο επόπτης, το γυαλί, πρόσφερε μεγάλη βοήθεια και έδινε δυνατές συγκινήσεις: « Γλήορα, εμαέβτηκε μια μιάλη κοπαούρα!»
« Ο κύρτος εγίμωσε κοκκινόσκαρους!» 
 « Μανάαα, μια σμιρνούκλα!»
«Τρίψε το χταπόι, α την καρφώσουμε!»
…………………………


" Α μην τα μάθετε δα κι όλα τα μυστικά.......!"

Είναι παλιά συνήθεια να τρώγεται ο  σκάρος με το έντερό του. Βέβαια πρέπει να είναι πρωινό πιάσιμο, γιατί μετά γεμίζει η κοιλιά του και πρήζεται από τη λαιμαργία του!


Και λίγα για την …τότε Πρωτομαγιά.
Οι γειτόνισσες φρόντιζαν να σηκώνονται πολύ πρωί την ημέρα της Πρωτομαγιάς για να προλάβουν το κατούρημα του Μάη!
Σας φαίνεται παράξενο κι όμως αστειεύονταν βρέχοντας τα «κατώφλια » της γειτονιάς κι ύστερα λέγανε: « Εκατούρησέσ σε ο Μας!»
Όλα τα σπίτια κρεμούσαν στεφάνι πάνω από την είσοδο, φτιαγμένο από τα πανέμορφα «μοσκουράκια».
Το στεφάνι έμενε μέχρι τη γιορτή του « Άη Γιάννη του Καλαφουνιστή»,  τέλη Ιουνίου και καίγονταν στο σοκάκι με πανηγυρικό τρόπο.
Θυμούμαι, πηδούσαμε τις φωτιές ξεφωνίζοντας: «Όξω ψύλλοι και κοριοί!»
…………
                                         ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ!