Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Άμμαχα πιο

Ξεκίνησε να γράφεται στο καφενείο του χωριού, μετά από ένα πείραγμα  και ολοκληρώθηκε στο Λαδικό παρέα με το Μανώλη!
Ένα ελαφρύ  ροδίτικο ιδιωματικό που ελπίζω να σας αρέσει!


Νάντος ο Σάββας έρgεται. Θώρκιε* τώρα που α τομ πειράξω!
-Καλημέρα, Σαββί!
-Καλημέρα, Αντρεϊ!
-Εμήνυσέσ σε τίποτα η συντέκνισσα;
- Άμμαχα πιο!  Τσα που με γλέπει, να κωλοσύρνουμαι ο καμένος, εμ με κοντέβκει! Ελαμούρdωσά* τα ένασ  σεφέριν* και φοάται με!  Επήα α πιάσω το χέριν της κι έκαμέμ με το τσιτσοπανάϋρο!* Επέταξεν τηφ φορτωτήραν της και κόμα πονώ τα παϊδκια* μου!  Είπεμ με ότι ζέννουν* τα πογδύμια μου κι έβαλα την νουράν* στα σκέλκια!  Βλέπω την και ποϋρίζω!  Εβώ ο κακόμος* επάαιννα α τημ πω κουρέττα που γινήκασιν στου Τσίτση κι εφτή εκαππέλλdωσσέμ με την!

άμμαχα = άμαχα, αμαχητί, τίποτα
θώρκιε = βλέπε
ελαμούρdωσα = λέρωσα, μπέρδεψα
σεφέρι(ν) = φορά
τσίτσος = γυμνός
 παϊδκια = πλευρά
 ζέννουν = μυρίζουν
πογδύμια = άπλυτα
 κακόμος = κακόμοιρος
κουρέττα = κουτσομπολιά
νουράν = ουρά

2 σχόλια:

AMEPIKANAKI είπε...

Φτοδά το κομματσούλλι ,έρκεται κατευτύας που τα χαλατά του Τσίτσι και πουτίς Καμαρίτσες! Θαρρώ και κούω τη μακαρίτισσα τη Γουδίενα και τη μάμμη μου την Αρgυρούενα...Μασιαλλά σου δάσκαλε.

Κωστής είπε...

Ευχαριστώ πολύ, Αργύρη.

Το χρωστώ στο Σάββα Ταχραμάνη, τον Αντρέα Καλιγά και το Μανώλη Αντωνίου!
Τους ευχαριστώ!