Σήμερα ταξιδεύουμε στον παλιό σουφά,με τα κούμελλdα αναμμένα....Καθόμαστε σταυροπόδι ...και πατσουλλίζουμε ...τα ελκιένα κάρβουνα.
To παιδί, που αποκοιμιόταν ελαφρά στο σουφά, πετιόταν όρθιο, όταν άκουγε τα βήματα ή τη φωνή του πατέρα του που γύριζε από τον καφενέ. Μια γλυκιά ανησυχία δεν άφηνε να βλέφαρά του να παραδοθούν ολοκληρωτικά στην αγκαλιά του Μορφέα.
Από νωρίς η μάμμη του, κρατώντας το στην αγκαλιά της, του τραγουδούσε τα «παλαμάκια»! Χτυπούσε τα χεράκια του κα λαχταρούσε τη γλυκιά λιχουδιά!
Τότε…… στην πάστρα, κλειστή ή ανοιχτή, στο εξηνταέξι και την ξερή, έβαζαν στοίχημα λουκούμι. Φτηνό, αν ήταν της κούτας με ζάχαρη και ακριβότερο της καρύδας!
Ο πατέρας, χάσει- κερδίσει, φρόντιζε τα παιδικά χαμόγελα! Το ίδιο έκαναν κι οι παππούδες!
Το λουκούμι ήταν το γρήγορο και φτηνό κέρασμα στα ποσπερίσματα, τις γιορτές, τα κάλαντα.....
Πέρασε εκφραστικά σε διάφορες καταστάσεις της καθημερινότητας.
-Λουκούμι σου ρτε! Όταν το καινούργιο ρούχο ή παπούτσι εφάρμοζε ακριβώς και ταίριαζε στο σώμα.
-Είναι λουκουμάκι! Έλεγε ο τερματοφύλακας, όταν παίζαμε ποδόσφαιρο στα «σταδιάκια» χωράφια και το σουτ ή το πέναλτι ήταν αδύναμο!
Λουκούμι κερνούσε και ο υποψήφιος βουλευτής στους θαμώνες του καφενείου πριν τις υποσχέσεις του! Είχαν να λένε: «Σας γέλασε μ’ ένα λουκούμι»!
ποσπερίσματα= γειτονικά
μάμμη = γιαγιά
Παλαμάκια παίξετε
κι ο παπάς σου έρκεται.,
να σου φέρει κάτι τι
τυλιγμένο στο χαρτί!

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου